Είδη & Ποιοτικά Χαρακτηριστικά Ελαιολάδου



Είδη, Ποιοτικά Χαρακτηριστικά & Κριτήρια Αξιολόγησης του Ελαιολάδου

Η ποιοτική κατάταξη του ελαιολάδου ακολουθεί συγκεκριμένη μεθοδολογία και υπακούει σε διεθνείς σταθερές όπως αυτές προβλέπονται από τους κανονισμούς που έχει εφαρμόσει το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου (International Olive Council) το οποίο έχει συσταθεί ακριβώς για την προστασία της ποιότητας του ελαιολάδου και των καταναλωτών. Για τη εγγύηση της ποιότητας του ελαιολάδου έχει σχεδιαστεί ένα ευρύ και τεκμηριωμένο Σύστημα Διασφάλισης Ποιότητας, το οποίο ακολουθεί σαφείς και συγκεκριμένες διαδικασίες. Ως ποιότητα εκφράζεται «το σύνολο των χαρακτηριστικών μιας υπηρεσίας ή ενός προϊόντος, που ικανοποιούν εκφρασμένες ή συνεπαγόμενες ανάγκες». Στόχος αυτού του Συστήματος είναι να αποδεικνύεται, όταν αυτό απαιτείται, ότι μια επιχείρηση ικανοποιεί συγκεκριμένες απαιτήσεις για ποιοτικά και ασφαλή προϊόντα. Η παροχή όλης της σχετικής πληροφόρησης προάγει και την εμπιστοσύνη του καταναλωτή στα προϊόντα μίας επιχείρησης.
Σύμφωνα με το Παράρτημα Ι του Κοινοτικού Κανονισμού 865/04 «σχετικά με την Κοινή Οργάνωση Αγοράς Ελαιολάδου και Επιτραπέζιων Ελιών» οι ποιοτικές κατηγορίες των ελαιολάδων και των πυρηνελαίων επιτρέπεται να διακινούνται και να πωλούνται ενδοκοινοτικά, εφόσον περιγράφονται με τους παρακάτω χαρακτηρισμούς.


  • Επίσημες Ποιοτικές Κατηγορίες Ελαιολάδου

1. Παρθένα Ελαιόλαδα

Έλαια που λαμβάνονται από τον ελαιόκαρπο μόνο με μηχανικές μεθόδους ή άλλες φυσικές επεξεργασίες, με συνθήκες που δεν προκαλούν αλλοίωση του ελαίου και τα οποία δεν έχουν υποστεί καμία άλλη επεξεργασία πλην της πλύσης, της μετάγγισης, της φυγοκέντρισης και της διήθησης. Εξαιρούνται τα έλαια που λαμβάνονται με διαλύτες, με βοηθητικές ύλες παραλαβής που έχουν χημική ή βιοχημική δράση, ή με μεθόδους επανεστεροποίησης ή πρόσμειξης με έλαια άλλης φύσης.

Τα έλαια αυτά κατατάσσονται και ταξινομούνται αναλυτικά με τις ακόλουθες ονομασίες:

α) Εξαιρετικό ή έξτρα Παρθένο Ελαιόλαδο (virgin olive oil - extra)

Το ελαιόλαδο, του οποίου η περιεκτικότητα σε ελεύθερα λιπαρά οξέα (οξύτητα), δεν υπερβαίνει τα 0,8 g ανά 100 g (0,8%) και τα άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του είναι σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την κατηγορία αυτή.

β) Παρθένο Ελαιόλαδο

Το ελαιόλαδο η οξύτητα του οποίου δεν υπερβαίνει το 2,0% και τα άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του είναι σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την κατηγορία αυτή.

γ) Ελαιόλαδο Λαμπάντε

Το ελαιόλαδο του οποίου η οξύτητα είναι μεγαλύτερη του 2,0% και τα άλλα ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά του είναι σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την κατηγορία αυτή.

2. Εξευγενισμένο Ελαιόλαδο

Το ελαιόλαδο που λαμβάνεται από τον εξευγενισμό παρθένων ελαιολάδων, η οξύτητα του οποίου δεν υπερβαίνει το 0,3 % και τα άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του είναι σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την κατηγορία αυτή.

3. Ελαιόλαδο-αποτελούμενο από εξευγενισμένα ελαιόλαδα και παρθένα ελαιόλαδα.

Το έλαιο που λαμβάνεται από ανάμειξη εξευγενισμένου ελαιολάδου και παρθένων ελαιολάδων, εκτός από το ελαιόλαδο λαμπάντε, η οξύτητα του οποίου δεν υπερβαίνει το 1,0% και τα άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του είναι σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την κατηγορία αυτή.

4. Ακατέργαστο Πυρηνέλαιο

Το έλαιο που λαμβάνεται από τους πυρήνες της ελιάς, κατόπιν επεξεργασίας με διαλύτες ή με φυσικά μέσα
ή το έλαιο που αντιστοιχεί (με εξαίρεση ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά) σε ελαιόλαδο λαμπάντε.

5. Εξευγενισμένο Πυρηνέλαιο

Το έλαιο που λαμβάνεται από τον εξευγενισμό του ακατέργαστου πυρηνελαίου, η οξύτητα του οποίου δεν υπερβαίνει το 0,3% και τα άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του είναι σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την κατηγορία αυτή.

6. Πυρηνέλαιο

Το έλαιο που λαμβάνεται από ανάμειξη εξευγενισμένου πυρηνελαίου και παρθένων ελαιολάδων, εκτός
από το ελαιόλαδο λαμπάντε, η οξύτητα του οποίου δεν υπερβαίνει το 1,0% και τα άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του είναι σύμφωνα με τα προβλεπόμενα για την κατηγορία αυτή.
  • Σήμανση του Ελαιολάδου στο στάδιο του Λιανικού Εμπορίου

Οι περιγραφές στη σήμανση και οι ορισμοί του ελαιολάδου είναι υποχρεωτικοί, χρησιμοποιούνται δε εκτός από το ενδοκοινοτικό εμπόριο και στο εμπόριο με τις τρίτες χώρες, εφ΄ όσον είναι συμβατές με τους διεθνείς
υποχρεωτικούς κανόνες (Εμπορικό Πρότυπο Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου ΔΣΕ, Codex Alimentarius).
Σύμφωνα με το άρθρο 4§2 και το παράρτημα I του Κανονισμού 865/04, στο στάδιο του λιανικού εμπορίου επιτρέπεται να διατίθενται μόνο τα ελαιόλαδα των παρακάτω ποιοτικών κατηγοριών:

- Εξαιρετικό Παρθένο Ελαιόλαδο

- Παρθένο Ελαιόλαδο

- Ελαιόλαδο – αποτελούμενο από εξευγενισμένα ελαιόλαδα και παρθένα ελαιόλαδα

- Πυρηνέλαιο

Διευκρινίζεται ότι οι μέγιστες οξύτητες για τις επί μέρους ποιοτικές κατηγορίες ελαιολάδου, ισχύουν
ως εξής:
- Εξαιρετικό Παρθένο Ελαιόλαδο | Max 0,8% σε ελαϊκό οξύ
- Παρθένο Ελαιόλαδο | Max 2,0% σε ελαϊκό οξύ
- Ελαιόλαδο αποτελούμενο από εξευγενισμένα ελαιόλαδα και παρθένα ελαιόλαδα | Max 1,0% σε ελαϊκό οξύ
- Πυρηνέλαιο | Max 1,0% σε ελαϊκό οξύ

  • Πως Καθορίζεται η Ποιότητα του Ελαιολάδου;

Η γνησιότητα και η ποιότητα των ελαιολάδων προσδιορίζονται με βάση τα φυσικοχημικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά τους, όπως αυτά προβλέπονται στον Καν (ΕΟΚ) 2568/91. Προκειμένου τα χαρακτηριστικά αυτά να ελέγχονται με ενιαίο τρόπο, ο ίδιος κανονισμός καθορίζει και τις μεθόδους χημικής ανάλυσης και οργανοληπτικής αξιολόγησης. Η ποιότητα του ελαιολάδου υποβαθμίζεται σημαντικά ακόμη και κατά το στάδιο ανάπτυξης του καρπού κατά την επαφή του με παράσιτα, μικροοργανισμούς, υγρασία, οξυγόνο, έντονο φως, θερμοκρασία, και προσδιορίζεται με την οργανοληπτική αξιολόγηση (panel test) και με τη μέτρηση ορισμένων φυσικοχημικών παραμέτρων, όπως οξύτητα, αριθμός υπεροξειδίων, συντελεστές απορρόφησης Κ270/Κ232/ΔΚ κ.λ.π. Οι φυσικοχημικές παράμετροι βάσει των οποίων χαρακτηρίζεται η ποιότητα του ελαιολάδου είναι οι ακόλουθες:

Φυσικοχημικά Χαρακτηριστικά του Ελαιολάδου

ΟΞΥΤΗΤΑ
Υψηλή οξύτητα συνήθως σημαίνει ότι το ελαιόλαδο προέρχεται από ταλαιπωρημένο ελαιόκαρπο ή ακατάλληλες συνθήκες ελαιοποίησης.
ΥΠΕΡΟΞΕΙΔΙΑ
Τα υψηλά υπεροξείδια υποδηλώνουν ότι το ελαιόλαδο έχει υποστεί οξειδωτικές ή άλλες αλλοιώσεις
ΚΗΡΟΙ
Ένδειξη παρουσίας πυρηνελαίου
ΚΟΡΕΣΜΕΝΑ ΛΙΠΑΡΑ ΟΞΕΑ ΣΤΗ ΘΕΣΗ 2
Παρουσία εστερεοποιημένων «συνθετικών» ελαίων
ΣΤΙΓΜΑΣΤΑΔΙΕΝΙΑ
Ένδειξη παρουσίας ραφινέ ελαίων σε παρθένα ελαιόλαδα
ΔECN 42
Ένδειξη παρουσίας σπορέλαιων
Κ 232
Δείκτης αρχικών σταδίων οξείδωσης
Κ270
Δείκτης προχωρημένου σταδίου οξείδωσης
ΔΚ
Μαθηματική σχέση υπολογισμού συντελεστών απορρόφησης υπεριώδους ακτινοβολίας
ΟΡΓΑΝΟΛΗΠΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ (PANEL TEST)
Στατιστική μέθοδος προσδιορισμού οργανοληπτικών χαρακτηριστικών
ΜΥΡΙΣΤΙΚΟ, ΛΙΝΟΛΕΝΙΚΟ, ΑΡΑΧΙΔΙΚΟ, ΕΙΚΟΣΕΝΙΚΟ, ΒΕΧΕΝΙΚΟ, ΛΙΓΝΟΚΗΡΙΚΟ ΟΞΥ
Περιεκτικότητες μεγαλύτερες των ποσοστών των επιτρεπτών ορίων, υποδηλώνουν αντίστοιχα την
παρουσία κάποιου σπορέλαιου.
Trans ΙΣΟΜΕΡΗ ΛΙΠΑΡΑ ΟΞΕΑ
Ένδειξη παρουσίας ραφινέ ελαίων σε παρθένα ελαιόλαδα
ΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΗ
Πιθανή ένδειξη παρουσίας ζωικού λίπους
ΒΡΑΣΙΚΑΣΤΕΡΟΛΗ
Πιθανή ένδειξη παρουσίας σπορέλαιου
ΚΑΜΠΕΣΤΕΡΟΛΗ
Πιθανή ένδειξη παρουσίας σπορέλαιων
ΣΤΙΓΜΑΣΤΕΡΟΛΗ
Πιθανή ένδειξη παρουσίας σπορέλαιων
ΣΥΝΟΛΙΚΗ β-ΣΙΤΟΣΤΕΡΟΛΗ
Πιθανή ένδειξη παρουσίας σπορέλαιων
δ7-ΣΤΙΓΜΑΣΤΕΝΟΛΗ
Πιθανή ένδειξη παρουσίας σπορέλαιων
ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΣΤΕΡΟΛΕΣ
Πιθανή ένδειξη παρουσίας σπορέλαιων ή και πυρηνελαίων
ΕΡΥΘΡΟΔΙΟΛΗ ΚΑΙ ΟΥΒΑΟΛΗ
Πιθανή ένδειξη παρουσίας πυρηνελαίου
ΑΛΟΓΟΝΩΜΕΝΟΙ ΔΙΑΛΥΤΕΣ
Επιμόλυνση του ελαιολάδου με διάφορες τοξικές ουσίες

  • Οργανοληπτική Αξιολόγηση Παρθένων Ελαιολάδων

Σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα τα παρθένα ελαιόλαδα κατατάσσονται στις διάφορες κατηγορίες με βάση, εκτός των άλλων φυσικοχημικών παραμέτρων τους και με την διεθνώς θεσμοθετημένη μέθοδο της οργανοληπτικής αξιολόγησης. Κριτήρια Κατάταξης, σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, είναι η παρουσία ή μη του φρουτώδους,και η ένταση του επικρατέστερου ελαττώματος του προϊόντος (του ταγγού, της μούργας, κ.λ.π.), τα οποία πιστοποιεί ομάδα ειδικά επιλεγμένων και εκπαιδευμένων δοκιμαστών.

Θετικές Οργανοληπτικές Ιδιότητες θεωρούνται ή χαρακτηρίζονται οι εξής:

1. Φρουτώδες (fruity)

Συνδυασμός γευστικών - οσφραντικών αισθήσεων (flavour), χαρακτηριστικός των ελαιολάδων που προέρχονται από υγιή και φρέσκο καρπό, ο οποίος έχει συλλεχθεί με όλους τους κανόνες υγιεινής, στο βέλτιστο στάδιο ωρίμανσης. Το φρουτώδες γίνεται αντιληπτό απευθείας από τη μύτη, αλλά και κατά τη γευστική του δοκιμή και εξαρτάται κυρίως από την ποικιλία της ελιάς.

2. Πικρό (Bitter)

Χαρακτηριστική γεύση ελαιολάδου που προέρχεται από πράσινες ελιές ή από ελιές που μόλις αρχίζει να αλλάζει το χρώμα τους. Μπορεί να είναι ευχάριστη ή όχι, ανάλογα με την ένταση. Πάντως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρείται ελάττωμα.

3. Πικάντικο (Pungent)

Έντονη κιναισθητική αίσθηση, χαρακτηριστική των ελαιολάδων που παράγονται στην αρχή της ελαιοκομικής περιόδου, κυρίως από πράσινες ελιές που είναι ακόμη ανώριμες. Το πικάντικο θεωρείται προτέρημα και σε καμία περίπτωση ελάττωμα.

Αρνητικές Οργανοληπτικές Ιδιότητες

Παρθένα ελαιόλαδα τα οποία προέρχονται από ελιές που δεν ελαιοποιήθηκαν άμεσα, αποθηκεύτηκαν σε ακατάλληλους χώρους, είτε παρελήφθησαν με ακατάλληλες τεχνικές (υψηλές θερμοκρασίες, ακάθαρτο σύστημα ελαιοποίησης,κ.λ.π.), αλλά και ελαιόλαδα των οποίων έχει λήξει η διάρκεια ζωής τους, δίνουν δυσάρεστες γεύσεις και μυρωδιά όπως η μούχλα, η μούργα, το μεταλλικό, το ταγγό, κ.λ.π.
  • Οργανοληπτικά Χαρακτηριστικά του Ελαιολάδου

Τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά αναφέρονται στη γεύση και το άρωμα και ανιχνεύονται από ειδικά εκπαιδευμένους γευσιγνώστες. Τα χαρακτηριστικά αυτά (γεύση και άρωμα), σε συνδυασμό με το χρώμα του ελαιολάδου αποτελούν τις τρεις δειγματοληπτικές σταθερές που χρησιμοποιούνται διεθνώς για την αξιολόγηση και την ποιοτική κατάταξη του προϊόντος. Η ρευστότητα και η αρμονική - ισορροπημένη σχέση των χαρακτηριστικών του ελαιολάδου συμβάλλουν στην τελική αξιολόγησή του.

Το χρώμα

Ένας έμπειρος γευσιγνώστης ανιχνεύει τα χαρακτηριστικά του λαδιού ξεκινώντας να παρατηρεί το χρώμα. Το χρώμα μπορεί να φανερώσει κατά προσέγγιση το βαθμό ωρίμανσης του ελαιοκάρπου πριν από τη συγκομιδή του, τον τρόπο εκθλίψεως, τον τρόπο παραλαβής του ελαιολάδου καθώς και άλλα.
Το χρώμα του ελαιολάδου μπορεί να ποικίλει από βαθύ πράσινο μέχρι χρυσαφί, με πολλές ενδιάμεσες και άλλες αποχρώσεις. Αυτό εξαρτάται από τις ουσίες που κυριαρχούν και οι οποίες οφείλονται εν πολλοίς στον ελαιόκαρπο από τον οποίο παράγεται το λάδι. Αν κυριαρχεί χλωροφύλλη, το χρώμα του λαδιού είναι πράσινο ή καλύτερα έχει αποχρώσεις του πράσινου χρώματος. Αν κυριαρχούν οι καροτίνες, οι αποχρώσεις είναι χρυσίζουσες.
Ο ελαιόκαρπος, που μαζεύεται γενικα στην αρχή της περιόδου συγκομιδής, δίνει πράσινο χρώμα, λόγω των μεγάλων ποσοτήτων χλωροφύλλης που περιέχει. Αν μαζευτεί ώριμος, θα κυριαρχήσουν οι καροτίνες στο ελαιόλαδο. Και το πράσινο ελαιόλαδο και το χρυσίζον μπορεί να είναι πολύ καλής ποιότητας. Ένα θολό λάδι μπορεί να είναι πολύ φρέσκο και να μην έχει κατασταλάξει ακόμα.

Η γεύση, τα αρώματα

Η ανάδειξη αρωμάτων που θυμίζουν φρούτα ή έχουν οσμή ελαίου που μόλις βγήκε από το λιοτρίβι εκτιμούνται ιδιαιτέρως και θεωρούνται αρετές. Όπως συμβαίνει και στο κρασί, οι γευσιγνώστες προσπαθούν να ανιχνεύσουν οσμές που γίνονται ευχαρίστως δεκτές και που θυμίζουν άλλα προϊόντα (π.χ. φρούτα, όπως μήλο, ξηρούς καρπούς, κλπ.)
Η πικρίζουσα γεύση φανερώνει ελαιόλαδο που ο καρπός του μαζεύτηκε πριν ωριμάσει (άγουρος). Η πικρή γεύση εντείνεται κατά πολύ αν παραμείνουν φύλλα ελιάς μέσα στον ελαιόκαρπο και αλεστούν (πολτοποιηθούν) μαζί του. Η γεύση φρούτων φανερώνει ώριμο ελαιόκαρπο και ισορροπημένα χαρακτηριστικά. Είναι καθαρά θέμα εμπειρίας και γνώσης η διάκριση των γεύσεων του ελαιολάδου.
Οι δυσάρεστες οσμές αποτελούν σημαντικό μειονέκτημα του λαδιού. Τα προϊόντα με δυσάρεστη οσμή πρέπει γενικώς να αποφεύγονται. Τέτοιες οσμές (και γεύσεις) μπορεί να είναι η μούχλα, η χωματίλα κλπ. Η ευχάριστη οσμή και γεύση υποδηλώνουν ιδιαίτερα γνωρίσματα τα οποία είναι δυνατόν να οφείλονται στην περιοχή στην οποία καλλιεργούνται τα ελαιόδεντρα αλλά και στον τρόπο καλλιέργειας. Η γευσιγνωσία δείχνει ακόμα αν έχει συντηρηθεί σωστά το προϊόν και αν έχουν διατηρηθεί τα χαρακτηριστικά του. Γενικώς, το ελαιόλαδο που παράγεται με ήπιους τρόπους και σύγχρονη τεχνολογία χωρίς υψηλές θερμοκρασίες παρουσιάζει εξαιρετικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα.

Η οξύτητα

Ο βαθμός οξύτητας του ελαιολάδου υποδηλώνει την περιεκτικότητα του προϊόντος σε ελαϊκό οξύ. Γενικώς, βρώσιμο ελαιόλαδο θεωρείται, με βάση τις οδηγίες του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου, εκείνο που η οξύτητά του δεν ξεπερνά τους 3,3 βαθμούς (3,3%). Στις ελληνικές ελαιοπαραγωγικές περιοχές καλό λάδι θεωρείται εκείνο που η οξύτητά του δεν ξεπερνά το 0,5% σε περιεκτικότητα ελαϊκού οξέος (0,5 βαθμούς). Το ελαιόλαδο με αυξημένη οξύτητα κάνει 'αισθητή' την παρουσία του στη στοματική κοιλότητα, προσδίδει μιαν ιδιαίτερη 'τσουχτερή' επίγευση και το κάνει να μην είναι τόσο ευχάριστο. Ο τρόπος συγκομιδής, αποθήκευσης και έκθλιψης μπορεί να επηρεάσει το βαθμό οξύτητας. Οι παραγωγοί βιολογικού ελαίου τείνουν να καθιερώσουν τη μεταφορά στο ελαιοτριβείο όχι με σακιά αλλά με κιβώτια, όπου δεν πιέζεται και δεν τραυματίζεται ο καρπός. Επίσης, οι παραγωγοί αγνού παρθένου ελαιολάδου φροντίζουν να μην αποθηκεύουν πάνω από μια-δυο μέρες τον ελαιόκαρπο για να αποφύγουν υποβάθμιση του προϊόντος.

Γάγγισμα ή Οξείδωση

Η οξείδωση (τάγγιση) μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημιά στο ελαιόλαδο. Οι συνθήκες αποθήκευσής του (φως, οξυγόνο κλπ.) υποβοηθούν την οξείδωση. Για το γευσιγνώστη είναι πολύ εύκολο να ανιχνευτεί, ακόμη και χωρίς εργαστηριακή εξέταση, αφού αφήνει μια ιδιότυπη δυσάρεστη (έως και πολύ ενοχλητική, αναλόγως με το βαθμό της οξείδωσης) γεύση. Σε γενικές γραμμές η οξείδωση μπορεί να αποτελέσει αδιάψευστο μάρτυρα των διαφόρων αλλοιώσεων που έχει υποστεί ο ελαιόκαρπος και το ελαιόλαδο.


  • Σημεία Ελέγχου κατά την τυποποίηση του ελαιολάδου Ελληνικής Ετικέτας

Η Ελλάδα κατά την τυποποίηση του πιστοποιημένου ελαιολάδου εφαρμόζει αυστηρούς ελέγχους σε όλα τα στάδια επεξεργασίας και παραγωγής προκειμένου να αποκλείσει τους κινδύνους που απειλούν το ελαιόλαδο και κατά προέκταση τους καταναλωτές και να διαφυλάξει την ποιότητα των προϊόντων της χώρας. Βάσει ειδικής νομοθεσίας και καθορισμένων προδιαγραφών ασφάλειας η Ελλάδα εφαρμόζει σε πολλαπλά στάδια προληπτικά μέτρα για την προστασία και την επιτήρηση του ελαιολάδου που διακινείται στην αγορά μέρος των οποίων είναι δειγματοληπτικές αναλύσεις, τακτικοί έλεγχοι των εγκαταστάσεων και της ιχνηλασιμότητας των προϊόντων.
Τα Σημεία Ελέγχου του ελαιολάδου είναι συγκεκριμένα τα εξής:
1.     Κατά την Προμήθεια των πρώτων και βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας
2.    Κατά την Μεταφορά των πρώτων και βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας
3.     Κατά την Παραλαβή των πρώτων και βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας
4.     Κατά την Εκφόρτωση και αποθήκευση
5.    Κατά την Προετοιμασία των ελαίων (Ανάμειξη/ομογενοποίηση/φιλτράρισμα/διαύγαση/στίλβωση)
6.    Κατά την Συσκευασία
7.     Κατά την Αποθήκευση των τελικών προϊόντων
8.    Κατά την Αποστολή / Διανομή των τελικών προϊόντων


Πηγή:
http://www.gge.gr/up/files/elaiol_typo.pdf

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις